σπανακόρυζο

σπανακόρυζο
το, Ν
φαγητό που παρασκευάζεται με σπανάκι και ρύζι.
[ΕΤΥΜΟΛ. < σπανάκι + ρύζι].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • σπανακόρυζο — σπανακόρυζο, το είδος φαγητού που γίνεται με σπανάκια και ρύζι …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • σπανάκι — Μονοετές λαχανικό της οικογένειας των Χηνοποδιιδών (δικοτυλήδονα). Επιστημονική ονομασία σ. το λαχανώδες. Κατάγεται από την Ασία και ήταν άγνωστο στους αρχαίους Έλληνες. Στην Ευρώπη άλλωστε έγινε γνωστό περίπου το 1000 μ.Χ. Από τότε, η… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”